Κονάκι του Ιονίου
Άποδη σαύρα που μοιάζει εκ πρώτης όψεως με φίδι. Μοιάζει αρκετά σε όψη με το κοινό Κονάκι και ομοίως, το συνολικό του μήκος μαζί με την ουρά φτάνει τα 50 εκατοστά. Το δέρμα του είναι λείο και γυαλιστερό. Το κεφάλι και το ρύγχος του είναι μακρόστενο και σχετικά πλακουτσωτό. Η ράχη των ενηλίκων είναι ανοιχτού καφέ-χάλκινου χρώματος. Τυπικά οι πλευρές είναι σκούρες καφέ, εμφανώς σκουρότερες από τη ράχη και ενίοτε μια σκούρα διακεκομμένη γραμμή διατρέχει τα πρώτα εκατοστά της ράχης κεντρικά. Στους πληθυσμούς της Πελοποννήσου οι πλευροραχιαίες γραμμές σχηματίζουν έντονα κυματιστό-πριονωτό μοτίβο στην περιοχή του λαιμού, ενώ στους νησιωτικούς πληθυσμούς αυτό το μοτίβο είναι αμυδρό και δυσδιάκριτο. Τα ανήλικα άτομα έχουν ακόμα μεγαλύτερη αντίθεση μεταξύ ράχης και πλευρών με χρυσαφί-μπρούτζινη ραχιαία περιοχή και σχεδόν κατάμαυρες πλευρές.
Όπως και τα υπόλοιπα δύο, συγγενικά κονάκια της χώρας, πρόκειται για ημερόβια σαύρα με κρυπτικό τρόπο διαβίωσης. Συναντάται κυρίως σε ενδιαιτήματα με σχετική υγρασία, όπως λιβάδια και παραποτάμιες περιοχές, όμως απαντά και σε πιο ξηρούς βιότοπους όπως ελαιώνες και μακκί. Πρόκειται για ζωοτόκο είδος. Τρέφεται με μικρά Ασπόνδυλα όπως χερσαία Μαλάκια, Έντομα, Αράχνες, κ.ά. Λίγα είναι γνωστά για την οικολογία του είδους καθώς δεν έχουν διεξαχθεί επαρκείς σχετικές μελέτες.
Πρόκειται για ενδημικό είδος της Ελλάδας και απαντά μόνο σε Πελοπόννησο, Ιθάκη, Κεφαλλονιά και Ζάκυνθο.
Περιλαμβάνεται στο ΠΔ 67/81 και στο Παράρτημα ΙII της Σύμβασης της Βέρνης. Χαρακτηρίζεται ως Σχεδόν Απειλούμενο είδος (NT) τόσο από την IUCN (2020), όσο και από το Κόκκινο Βιβλίο των Απειλούμενων Ζώων της Ελλάδας (2009).