Τοιχόσαυρα
Η τοιχόσαυρα είναι μία μικρή σαύρα με μήκος σώματος που δεν ξεπερνά τα οκτώ εκατοστά και ουρά με περισσότερο από το διπλάσιο μήκος. Εμφανίζει μεγάλη χρωματική ποικιλομορφία: τα ενήλικα έχουν καφέ, πράσινο-καφέ, γκρι, πρασινωπό, ή γενικά σκούρο χρώμα, με σκουρόχρωμες λωρίδες ή κηλίδες. Τα θηλυκά συχνά φέρουν ανοικτόχρωμες λωρίδες στη ράχη, ενώ τα αρσενικά έχουν πιο έντονο χρώμα και σκούρες πλευρές με ένα δικτυωτό πρότυπο και λευκές κηλίδες. Το χρώμα της κοιλιάς μπορεί να είναι λευκό, γκρι, κοκκινωπό ή πρασινωπό με μπλε στην περιφέρεια.
Δραστηριοποιείται την ημέρα κατά τη μεγαλύτερη διάρκεια του έτους, καθώς ανέχεται ακόμα και τις χαμηλές χειμωνιάτικες θερμοκρασίες. Τα θηλυκά γεννούν από 2 έως 10 αυγά (συνήθως 6), δύο με τρεις φορές τον χρόνο. Τρέφεται κυρίως με Αρθρόποδα. Όπως φανερώνει το όνομά της, αναρριχάται με ευκολία και συνεπώς μπορεί να βρεθεί σε πλήθος ανθρωπογενών ενδιαιτημάτων, εντός πόλεων και χωριών, όπως οι ξερολιθιές, τα ερείπια, οι κήποι και οι καλλιέργειες. Συναντάται επίσης σε βραχώδεις περιοχές, σάρες, περιοχές με μακκία βλάστηση και σε δάση φυλλοβόλων και κωνοφόρων.
Το είδος εξαπλώνεται από τη βόρεια Ισπανία, τη Γαλλία και την Ιταλία, μέχρι τα Βαλκάνια και την ανατολική Τουρκία. Στην Ελλάδα βρίσκεται στην ηπειρωτική χώρα και στην Πελοπόννησο. Έχει επίσης μεταφερθεί στην Ελβετία, τη Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο και τις Η.Π.Α.
Η τοιχόσαυρα περιλαμβάνεται στο Παράρτημα ΙΙ της Σύμβασης της Βέρνης, στο Παράρτημα IV της Οδηγίας των Οικοτόπων (92/43/ΕΟΚ) και στο ΠΔ 67/81. Χαρακτηρίζεται ως είδος μειωμένου ενδιαφέροντος (LC) από την IUCN (2020) και από το Κόκκινο Βιβλίο των Απειλούμενων Ζώων της Ελλάδας (2009), καθώς οι πληθυσμοί της παραμένουν σταθεροί, έχει μεγάλη εξάπλωση συχνά εντός προστατευόμενων περιοχών, και μπορεί να επιβιώνει σε πληθώρα διαφορετικών ενδιαιτημάτων. Τοπικά, πληθυσμοί μπορεί να απειλούνται από την ανάπτυξη ορεινών υποδομών ή την εντατικοποίηση της γεωργίας.