Οχιά της Μήλου
Μεγάλη οχιά με μήκος έως 80 εκατοστά, σπάνια μπορεί να ξεπεράσει το ένα μέτρο. Παρουσιάζει έντονη χρωματική ποικιλία. Ο βασικός χρωματισμός είναι σε τόνους του γκρίζου και του καφέ αλλά εμφανίζεται και μια “κόκκινη μορφή” όπου το χρώμα μπορεί να είναι πορτοκαλί κόκκινο ή κεραμιδί. Μεγάλης ηλικίας άτομα μπορεί να είναι πολύ σκουρόχρωμα. Στη ράχη υπάρχουν δύο σειρές από σκουρόχρωμες κηλίδες οι οποίες μπορεί και να ενώνονται. Οι κηλίδες είναι συνήθως άτονες ή και εξαφανίζονται στην κόκκινη μορφή. Κεφάλι με ενιαίο χρώμα, χωρίς στίγματα, σχετικά μικρές φολίδες και κατακόρυφη κόρη στο μάτι. Ραχιαίες φολίδες τροπιδωτές διατεταγμένες σε 23 σειρές στο μέσον του σώματος.
Πρακτικά χρησιμοποιεί το μεγαλύτερο μέρος των διαθέσιμων ενδιαιτημάτων στα νησιά, αρκεί να υπάρχουν κατάλληλα καταφύγια δηλαδή είτε μεγάλοι θάμνοι είτε πετροσωροί. Ημερόβιο φίδι την άνοιξη και το φθινόπωρο αλλά όταν οι θερμοκρασίες ανεβαίνουν προς το καλοκαίρι γίνεται αποκλειστικά νυκτόβιο. Η διατροφή του στηρίζεται στα μεταναστευτικά πουλιά για τα οποία την άνοιξη στήνει ενέδρα δίπλα στο νερό, σε ρεματιές ή σε άλλες υδατοσυλλογές. Προς το τέλος του καλοκαιριού αρχίζει να ανεβαίνει πιο συχνά σε δέντρα και θάμνους στήνοντας ενέδρα ή ψάχνοντας για πουλιά που κουρνιάζουν την νύχτα. Τρέφεται ακόμα με Τρωκτικά, σαύρες και σπάνια με φίδια. Είναι το μοναδικό ωοτόκο είδος οχιάς στην Ελλάδα. Ζευγαρώνει τον Μάιο και γεννάει 4-13 αυγά. Τα νεαρά τρέφονται κυρίως με σαύρες και Αρθρόποδα.
Ενδημικό είδος των δυτικών Κυκλάδων. Η εξάπλωση του περιορίζεται στα νησιά Μήλος, Κίμωλος, Πολύαιγος και Σίφνος.
Προστατεύεται από το Προεδρικό Διάταγμα 67/81. Περιλαμβάνεται στα Παραρτήματα ΙΙ και IV της Οδηγίας των Οικοτόπων 92/43/ΕΟΚ και στο Παράρτημα II της Σύμβασης της Βέρνης. Χαρακτηρίζεται ως Κινδυνεύον (ΕΝ) από την IUCN (2020) και από το Κόκκινο Βιβλίο των Απειλούμενων Ζώων της Ελλάδας (2009). Η κατάσταση διατήρησης του είδους χαρακτηρίζεται ως Ανεπαρκής (U1). Η κυριότερη απειλή για το είδος είναι η καταστροφή των ενδιαιτημάτων του, κυρίως λόγω των εξορύξεων και της δόμησης. Οι πληθυσμοί δέχονται επίσης πιέσεις από την υψηλή θνησιμότητα στους δρόμους, την σκόπιμη θανάτωση και την λαθροσυλλογή.