Μολυντήρι
Μικρόσωμη σαύρα, σπάνια μεγαλύτερη από 10 εκατοστά μαζί με την ουρά. Την νύχτα το χρώμα του είναι ημιδιαφανές με αποτέλεσμα συχνά να διακρίνονται τα εσωτερικά του όργανα. Την ημέρα είναι πιο σκούρο σε σαρκόχρωμες αποχρώσεις με ανοιχτές καφέ ραβδώσεις και κηλίδες στο πάνω μέρος του σώματος και στην ουρά. Οι φολίδες σχηματίζουν αποφύσεις στο σώμα και δακτυλίους στην ουρά. Τα δάκτυλα έχουν νύχια αλλά και βεντούζες που αποτελούνται από δύο διαμήκεις σειρές αναδιπλώσεων του δέρματος. Μάτια συγκριτικά μεγάλα με κάθετη κόρη.
Είδος των θερμών περιοχών συνήθως έως το υψόμετρο των 600 μέτρων. Είναι το πιο κοινό είδος ερπετού μέσα στις κατοικίες και εμφανίζεται ακόμα και σε μεγάλα αστικά κέντρα. Συχνά μεταφέρεται τυχαία από τον άνθρωπο με αποτέλεσμα να παρατηρείται και σε μη αναμενόμενες θέσεις. Βρίσκεται συνήθως σε βραχώδεις και θαμνώδεις περιοχές και σε πετρότοιχους. Νυκτόβιο είδος που αναρριχάται ακόμα και σε κάθετους τοίχους και συχνά παρατηρείται δίπλα σε φώτα να παραμονεύει για Έντομα. Τρέφεται με διάφορα είδη Αρθροπόδων. Τα θηλυκά γεννούν δύο ή και περισσότερες φορές κάθε χρόνο από 1-2 αυγά τη φορά. Είναι ένα από τα λίγα Ερπετά που παράγουν ήχους οι οποίοι ποικίλουν ανάλογα με τις συνθήκες.
Είδος με ευρεία εξάπλωση στην ηπειρωτική Ελλάδα και την Πελοπόννησο. Βρίσκεται επίσης στα περισσότερα νησιά της χώρας. Απουσιάζει από τις ορεινές περιοχές.
Προστατεύεται από το Προεδρικό Διάταγμα 67/81. Περιλαμβάνεται στο Παράρτημα IΙI της Σύμβασης της Βέρνης. Χαρακτηρίζεται ως Μειωμένου Ενδιαφέροντος (LC) από την IUCN (2020) και από το Κόκκινο Βιβλίο των Απειλούμενων Ζώων της Ελλάδας (2009).