Βάτραχος της Καρπάθου
Το μήκος σώματος των ενηλίκων ατόμων κυμαίνεται στα πέντε εκατοστά και σπάνια ξεπερνά τα επτά. Ο βασικός χρωματισμός της ράχης είναι καφέ, καφέ-γκρίζος ή καφέ-λαδί και φέρει πολλά μικρά σκουρόχρωμα στίγματα και κηλίδες. Δύο παράλληλες δερμικές πτυχές διατρέχουν τη ραχιαία πλευρά καθ’ όλο το μήκος. Στα αρσενικά ο φωνητικός σάκος είναι πιο σκούρος από το υπόλοιπο σώμα.
Δραστηριοποιείται την ημέρα αλλά τους θερινούς μήνες η δραστηριότητα μετατοπίζεται προς το δειλινό. Παραμένει ενεργός όλη τη διάρκεια του χρόνου. Η αναπαραγωγή πραγματοποιείται την άνοιξη και οι γυρίνοι κάνουν την εμφάνισή τους στις αρχές του καλοκαιριού. Ο βάτραχος της Καρπάθου έχει υιοθετήσει ένα καιροσκοπικό πρότυπο διατροφής, ανάλογα με την τροφή που είναι διαθέσιμη στο περιβάλλον του. Οι βασικές ομάδες λείας του είναι τα Κολεόπτερα, τα Υμενόπτερα και οι Αράχνες.
Το είδος είναι ενδημικό της Καρπάθου. Εντοπίζεται σε δύο ρεματιές στο βόρειο τμήμα του νησιού, σε σύστημα ρυάκων κοντά στο χωριό Όλυμπος καθώς και σε ποτίστρες κοντά στις προαναφερθείσες ρεματιές. Σύμφωνα με μοριακές αναλύσεις, οι πληθυσμοί βατράχου της Ρόδου ενδέχεται να ανήκουν στο ίδιο είδος, όμως απαιτούνται διεξοδικότερες μελέτες περισσότερων δεδομένων.
Ο βάτραχος της Καρπάθου περιλαμβάνεται στο Παράρτημα ΙΙΙ της Σύμβασης της Βέρνης. Χαρακτηρίζεται ως Κρισίμως Κινδυνεύον είδος (CR) τόσο από την IUCN (2020) όσο και από το Κόκκινο Βιβλίο των Απειλούμενων Ζώων της Ελλάδας (2009). Οι περιοχές όπου ζει δεν προστατεύονται και οι πληθυσμοί του φαίνεται ότι ακολουθούν μια μακροχρόνια πτωτική πορεία. Για το είδος εκπονείται και θα υλοποιηθεί σχέδιο δράσης στο πλαίσιο του προγράμματος LIFE IP 4 Natura. Οι κύριες απειλές που αντιμετωπίζει είναι ο περιορισμός των υδατοσυλλογών όπου ζει και η γενικότερη λειψυδρία λόγω κλιματικής αλλαγής.